Σήμερα γνωρίζουμε ότι ακόμη κι αν κάποιος έχει γενετική προδιάθεση, μπορεί να αποφύγει την εκδήλωση ενός αυτοάνοσου νοσήματος, εφόσον εξαλειφθούν οι παράγοντες που πυροδοτούν αυτή την κατηγορία ασθενειών.
Aκόμη κι αν κάποιος έχει γενετική προδιάθεση, μπορεί να αποφύγει την εκδήλωση αυτοάνοσου νοσήματος, εφόσον εξαλειφθούν εγκαίρως οι παράγοντες που το πυροδοτούν.
Αυτοάνοσα Νοσήματα & Κληρονομικότητα
Ένα οικογενειακό ιστορικό αυτοάνοσων ασθενειών είναι από μόνος του ένας παράγοντας κινδύνου για την ανάπτυξη μιας αυτοάνοσης διαταραχής. Ωστόσο, σε οικογένειες με προδιάθεση για αυτοάνοσα νοσήματα, τα ίδια τα νοσήματα δεν μεταδίδονται απαραίτητα από το γονέα στα παιδιά.
Η ύπαρξη ενός τύπου αυτοάνοσου στην οικογένεια, μπορεί να προδιαθέσει τα παιδιά σε άλλους τύπους αυτοάνοσων νόσων. Για παράδειγμα, ένας γονέας μπορεί να έχει λύκο και το παιδί του να έχει αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξει κάποιο άλλο αυτοάνοσο (νεανικό διαβήτη, ψωρίαση, φλεγμονώδη νόσο του εντέρου, σκλήρυνση κατά πλάκας και άλλα). Ένα μέλος της οικογένειας μπορεί να έχει αυτοάνοση νόσο του εντέρου, αλλά ένα άλλο να διαγνωστεί με ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Οι αυτοάνοσες ασθένειες δεν μεταδίδονται από ένα μόνο γονίδιο. Είναι πιθανώς ένας συνδυασμός πολλών γονιδίων, που μαζί με παράγοντες που συνδέονται με τον τρόπο ζωής, πυροδοτούν την ανάπτυξη της νόσου.
Παρότι δεν μπορούμε να παρέμβουμε στην κληρονομικότητα, είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό το γεγονός ότι για την πλειοψηφία των αυτοάνοσων ασθενειών, το μεγαλύτερο βάρος για την εκδήλωση τους, αφορά κατά 80% σε μεταβολικούς παράγοντες, που μπορούν να μεταβληθούν και συνδέονται με τον τρόπο ζωής, τις ελλείψεις του οργανισμού και τη διατροφή.
Αυτοάνοσα & Τρόπος Ζωής
Τα αυτοάνοσα νοσήματα αυξάνονται ραγδαία παγκοσμίως. Πληθώρα στοιχείων υποστηρίζουν ότι το βασικό αίτιο στην εμφάνιση των αυτοάνοσων νοσημάτων, είναι συγκεκριμένες μεταβολικές διαταραχές που συνδέονται άμεσα με τον σύγχρονο τρόπο ζωής και διατροφής.
Νέα στοιχεία καταδεικνύουν ότι διαφορετικά αυτοάνοσα νοσήματα, έχουν κοινά μεταβολικά χαρακτηριστικά. Άρα και κοινούς παράγοντες που προκαλούν τη νόσο.
Τα αυτοάνοσα οφείλονται σε κοινές υποκείμενες μεταβολικές διαταραχές. Η αντιμετώπιση αυτών των διαταραχών με ιατρικές παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής, την κάλυψη των ελλείψεων και τη χρήση φαρμακευτικής αγωγής για τη διαχείριση των φλεγμονών, οδηγεί σε αποτελεσματικότερες θεραπείες και βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών.
Ενισχύεται έτσι η άποψη, ότι οι διαταραχές σε επίπεδο μεταβολισμού, προηγούνται της εμφάνισης αυτοάνοσων . Είναι, δηλαδή, οι διαταραχές του μεταβολισμού που προκαλούν τα αυτοάνοσα και όχι το αντίθετο.
Για την πλειοψηφία των αυτοάνοσων ασθενειών το μεγαλύτερο βάρος για την εκδήλωση τους, αφορά κατά 80% σε μεταβολικούς παράγοντες, που συνδέονται με τον τρόπο ζωής, τις ελλείψεις του οργανισμού και τη διατροφή.
Μέχρι σήμερα δεν υπήρχε μια εξέταση που να συνδυάζει συνήθειες του τρόπου ζωής με δείκτες από το μεταβολικό προφίλ ενός ατόμου, σε συσχέτιση με τον κίνδυνο ανάπτυξης αυτοάνοσου νοσήματος.
Μια νέας γενιάς εξέταση καλύπτει το συγκεκριμένο κενό και έρχεται να προστεθεί ως εργαλείο στην φαρέτρα των γιατρών στη μάχη κατά των αυτοάνοσων νοσημάτων.
Μεταβολικό Προφίλ: η Μέτρηση πολύ Μικρών Μορίων Ανιχνεύει τον Κίνδυνο Νόσου Χρόνια πριν την Εκδήλωση της
Το μεταβολικό προφίλ είναι το σύνολο των χημικών αντιδράσεων που συμβαίνουν για να διατηρήσουν τον ανθρώπινο οργανισμό στη ζωή. Αφορούν στην παραγωγή ενέργειας σε επίπεδο κυττάρων, στην επιδιόρθωση των ιστών, στην παραγωγή ορμονών και στη συνολική λειτουργία του οργανισμού σε μοριακό και ορμονικό επίπεδο.
Η καταγραφή και αξιολόγηση του μεταβολικού προφίλ, γίνεται μέσω της μέτρησης των πολύ μικρών μορίων που συμμετέχουν στις χημικές αντιδράσεις του οργανισμού.
Γνωρίζουμε ότι η μέτρηση μικρών μορίων, αποκαλύπτει δυσλειτουργίες του οργανισμού χρόνια πριν την εμφάνιση νόσου[1].
Μια νέα γενιά εξετάσεων, που συνδυάζει δείκτες του μεταβολικού προφίλ ενός ατόμου, με συνήθειες του τρόπου ζωής και διατροφής, ανιχνεύει τον κίνδυνο εμφάνισης αυτοάνοσης νόσου.