Στο δίκτυο αιωνόβιων δέντρων Ελληνικής Επανάστασης εντάχθηκε O “Φοίνικας του Θεόφραστου” στην παραλία Λάμπες της Φοινικούντας
Αποτελεί το μοναδικό του είδους που βρίσκεται στη Μεσσηνία, ενώ σύμφωνα με τους γηραιότερους κατοίκους της περιοχής ο φοίνικας είχε αυτές τις διαστάσεις από την δεκαετία του 1930.
Πρόκειται ουσιαστικά για το δέντρο που “είδε” το στόλο του Μιαούλη να περνάει σχεδόν από μπροστά του, καθώς κατευθύνθηκε προς το στενό της Μεθώνης και κατέστρεψε μέρος του στόλου των Αιγυπτίων (Ναυμαχία Μεθώνης) τον Απρίλιο του 1825. Κατά τα μεταεπαναστατικά χρόνια και μέχρι τις δεκαετία του 1960, στη “σκιά” του μνημειακού φοίνικα οι γηγενείς κάτοικοι καλλιεργούσαν τη γη, σπέρνοντας σιτάρι και βόσκοντας τα πρόβατά τους.
O μνημειακός φοίνικας ανήκει στο είδος “Phoenix theophrasti”. Πρόκειται για ένα σπάνιο ενδημικό είδος του Αιγαίου και η εξάπλωση που περιορίζεται στη Κρήτη, στα παράλια της νοτιοδυτικής Μικράς Ασίας και μόλις μερικά άτομα στη περιοχή της Επιδαύρου, στη Μύκονο, καθώς και σε Αμοργό, Ανάφη και Ρόδο. Απαντάται σε αμμώδεις υγρές κοιλάδες ή βραχώδεις περιοχές, κοντά στη θάλασσα. Είναι γνωστό με το κοινό όνομα φοίνικας ή βαγί (Το πιο γνωστό δάσος με φοίνικες είναι στο Βάι της Ανατολικής Κρήτης).
Το είδος, λόγω της περιορισμένης εξάπλωσής του, προστατεύεται από το ΠΔ67/1981, τη Σύμβαση της Βέρνης και περιλαμβάνεται στα παραρτήματα ΙΙ και IV της Οδηγίας των Οικοτόπων (92/43/ΕΟΚ ). Επίσης, είναι είδος των καταλόγων του Συμβουλίου της Ευρώπης, του Corine και θεωρείται “Vulnerable” στο Κόκκινο Βιβλίο των Σπάνιων και Απειλούμενων Φυτών της Ελλάδας.
Περιγράφηκε σαν νέο είδος το 1967 από τον Ελβετό βοτανικό Werner Greuter. Το ονόμασε έτσι προς τιμή του πατέρα της Βοτανικής Θεόφραστου (372 -287 π.χ.), ο οποίος πρώτος αναφέρει την ύπαρξη του φοίνικα στην Κρήτη, στο έργο του «Περί Φυτών Ιστορία».Είναι δένδρο δίοικο, δηλ. με δένδρα που φέρουν μόνο αρσενικά ή μόνο θηλυκά άνθη. Φτάνει σε ύψος έως 10 m, παράγει παραφυάδες και μπορεί να εμφανίζει περισσότερους από έναν κύριους κορμούς.
Ανθίζει από τον Απρίλιο έως το Μάιο και τον Οκτώβριο ωριμάζουν τα σπέρματα του. Μοιάζει με τη χουρμαδιά (Phoenix dactylifera), αλλά οι καρποί του δεν είναι βρώσιμοι.
Ινστιτούτο Πολιτισμού Μεσσηνίας